«Όλα τ’ άφησα στα χέρια του Θεού. Να θυμάστε καλά πως ό,τι και να συμβεί στη ζωή σας, να μη χάσετε ποτέ την ελπίδα σας στον Κύριο»

 

«Όλα τ’ άφησα στα χέρια του Θεού. Να θυμάστε καλά πως ό,τι και να συμβεί στη ζωή σας, να μη χάσετε ποτέ την ελπίδα σας στον Κύριο»

«Όλα τ’ άφησα στα χέρια του Θεού. Να θυμάστε καλά πως ό,τι και να συμβεί στη ζωή σας, να μη χάσετε ποτέ την ελπίδα σας στον Κύριο»

 

Όσιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν Σαλός

Ο π. Γαβριήλ συχνά παρακαλούσε τον Θεό να τον προστατεύει από τον πειρασμό, όπως αναφέρεται και στην Κυριακή προσευχή, «μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν», αλλά ταυτόχρονα ζητούσε από τον Κύριο να τον δυναμώνει στις δοκιμασίες για να τελειοποιείται η πίστη του.

Με αυτόν τον τρόπο οι άγιοι αισθάνονται ότι ο Θεός δεν τους εγκαταλείπει. Ο ίδιος έλεγε χαρακτηριστικά: «Αν δεν πέσεις, πώς θα σηκωθείς; Κι αν δεν ταπεινωθείς, πώς θα υψωθείς;».

Στο μεταξύ νέος Καθολικός Πατριάρχης Γεωργίας, μετά την κοίμηση του Μελχισεδέκ το 1960, είχε εκλεγεί ο Εφραίμ Β’, ο οποίος αγάπησε πολύ τον π. Γαβριήλ, και ήταν φανερή η προσπάθειά του να τον προωθήσει στην ιεραρχία.

Ωστόσο, αρκετοί ήταν εκείνοι που προσπάθησαν να τον διαβάλουν στον πατριάρχη, με την κατηγορία ότι ζούσε στο κελί του με γυναίκες. Ο μακαριότατος τότε πήγε μόνος του με τα πόδια στο σπίτι του π. Γαβριήλ, όπου γνώρισε τη μητέρα και την αδελφή του. Στο τέλος ο πατριάρχης του είπε στοργικά: «Γαβριήλ, δεν πειράζει που μας κατηγορούν. Αυτή είναι η μοίρα η δική μας». Κι έφυγε.

Οι κρατικές αρχές, βλέποντας πως με τίποτα δεν μπορούσαν να αναχαιτίσουν το έργο του ένθεου μοναχού, εξαγριώθηκαν κι άλλο.

Έτσι κάλεσαν μια μέρα τον πατριάρχη Εφραίμ μαζί με μερικούς δεσπότες και τους κατηγόρησαν ότι με δική τους εντολή έκαψε ο π. Γαβριήλ το πορτρέτο του Λένιν. Για άγνωστο λόγο και υπό το βάρος ποιών απειλών, ο πατριάρχης ζήτησε από τον π. Γαβριήλ να γκρεμίσει την εκκλησία, με τη δικαιολογία πως οι καιροί δεν ήταν κατάλληλοι και πως όταν αυτοί αλλάξουν θα την έχτιζε και πάλι με τη βοήθεια του Θεού.

  Παναγία Πορταΐτισσα: Η θαυματουργή εικόνα που δεν πρέπει ποτέ να βγει έξω από το Άγιο Όρος

Ο π. Γαβριήλ τότε γκρέμισε μόνο τον μπροστινό τοίχο της εκκλησίας και στην συνέχεια τον έχτισε πιο… μέσα. Και διαμήνυσε στον πατριάρχη: «Έκανα υπακοή! Άλλαξαν όμως οι καιροί και γι’ αυτό χτίζω πάλι».

 

«Όλα τ’ άφησα στα χέρια του Θεού. Να θυμάστε καλά πως ό,τι και να συμβεί στη ζωή σας, να μη χάσετε ποτέ την ελπίδα σας στον Κύριο»

 

Τότε ο πατριάρχης μέσω επιστολής του παρήγγειλε να σταματήσει ξανά αμέσως το χτίσιμο. Αλλά ο άγιος συνέχισε,, και στη δεύτερη παράκληση του πατριάρχη απάντησε: «Γκρεμίστε πρώτα το δικό σας δωμάτιο, που το έχετε γεμάτο εικόνες, δίνοντάς μου παράδειγμα, και ύστερα γκρεμίζω κι εγώ το ναό μου».

Λίγο καιρό αργότερα, όταν ο πατριάρχης λειτούργησε στο ναό Σιόνι δεν επέτρεψε στον π. Γαβριήλ να κοινωνήσει. «Μακαριότατε, γιατί δεν με κοινωνάτε; Τί έγκλημα έκανα; Πέστε μου!». «Μετά τη λειτουργία έλα να μιλήσουμε», απάντησε ο πατριάρχης.

 

Τότε του ανακοίνωσε πως του στερεί το δικαίωμα να κοινωνά αλλά και να ιερουργεί σε οποιονδήποτε ναό.

Έτσι ο άγιος, αφού προσκυνούσε στους ναούς, επέστρεφε στο εκκλησάκι που είχε χτίσει με τα άγια χέρια του. Υπέμεινε τον κανόνα αυτόν αγόγγυστα, όσο επώδυνος και αν ήταν για τον ίδιο – ο Θεός μόνο το ξέρει…

Λόγω αυτής της απαγόρευσης ο Γέροντας παρακολουθούσε την λειτουργία μαζί με την ενορία του και κοινωνούσε όπως ο κοσμικός. Τον καλούσαν συχνά στο Συμβούλιο της Ασφάλειας, από πού επέστρεφε σκληρά βασανισμένος και ξυλοκοπημένος…

Τότε ο π. Γαβριήλ άρχισε πάλι να προσποιείται το σαλό. Έγινε ζητιάνος και τα χρήματα που μάζευε τα έδινε στους φτωχούς.

Αφού έτσι πέρασαν κάποια χρόνια, μια Κυριακή ο άγιος κάθισε στα σκαλοπάτια του ναού Σιόνι ζητιανεύοντας. Μόλις τελείωσε η Θεία Λειτουργία και βγήκε ο πατριάρχης από το ναό, είδε τον π. Γαβριήλ και ρώτησε τους γύρω του κάπως ανήσυχος: «Αλήθεια, δεν έχει άλλη διέξοδο;». «Αφού στην εκκλησία δεν τον αφήνετε να μπει! Τί διέξοδο να έχει;», του απάντησαν.

  Πως γνωρίζουμε ότι οι ψυχές ζουν μετά τον θάνατο; – Ποιος μας το βεβαιώνει;

 

Τότε ο πατριάρχης Εφραίμ Β’ φάνηκε να συγκινήθηκε βαθιά, αλλά δεν ήρε ακόμη τον κανόνα.

Έμοιαζε αιώνας εκείνη η περίοδος που απαγόρευσαν στον π. Γαβριήλ να κοινωνά και να λειτουργεί. Το 1972, πριν από τη γιορτή της Σβετιτσχοβλόμπας,1 ο π. Γαβριήλ πήγε με τα πόδια από την Τιφλίδα στη Μτσχέτα. Διηγείται ο ίδιος:

 

«Όλα τ’ άφησα στα χέρια του Θεού. Εκείνη τη νύχτα που έμεινα στο Σβετιτσχοβέλι και προσκύνησα, την παραμονή της γιορτής, είδα ένα όραμα:

Ξάφνου υπερυψώθηκα και, σαν να πέταξα, προσγειώθηκα κατευθείαν στην Αγία Τράπεζα. Ήταν και ο πατριάρχης εκεί και γύρω του οι ιερείς. Έπρεπε ν’ αρχίσει η Λειτουργία, και ετοιμάζονταν. Εκείνη τη στιγμή κατέφθασαν η Παναγία με τον Κύριο Ιησού Χριστό και διέκοψαν τον πατριάρχη λέγοντάς του: ¨Μόνο απ’ αυτόν θα δεχθώ τα άγια δώρα¨, δείχνοντας εμένα.

Κατάλαβα τότε ότι και ο Σωτήρας και η Παναγία με καθησύχαζαν και σκέφθηκα πως στην εορτή της Σβετιτσχοβλόμπας οπωσδήποτε θα με κοινωνήσουν. Το πρωί, προτού αρχίσει η Θεία Λειτουργία, με ειδοποίησαν ότι με ζητούσε ο πατριάρχης.

Πήγα. Ο πατριάρχης με κοίταζε σκεπτικός. Σαν να είχε δει κι εκείνος κάποιο όραμα, αλλά δεν μου το αποκάλυψε. Με ρώτησε μόνο αν ήμουν έτοιμος για τη Θεία Κοινωνία. Ύστερα φώναξε έναν ιερέα και του παρήγγειλε να με ντύσουν, για να εισέλθω στο Ιερό και να λειτουργήσω».

Οι πιστοί που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στο ναό έκλαιγαν από χαρά. Όταν τα εξιστορούσε όλα αυτά ο άγιος, διευκρίνιζε: «Όλα αυτά δεν σας τα λέω γιατί είμαι κάποιος. Αλλά θέλω να θυμάστε καλά πως ό,τι και να συμβεί στη ζωή σας, να μη χάσετε ποτέ την ελπίδα σας στον Κύριο».

Και συνέχιζε: «Μετά τη Λειτουργία, ο πατριάρχης με ρώτησε αν ήθελα να με διορίσει ως εφημέριο στο γυναικείο μοναστήρι Σαμτάβρο, όπου βρισκόταν τότε και η Θεολογική Σχολή. Συμφώνησα. Μου είπε όμως να ρωτήσω πρώτα και τον μητροπολίτη Ηλία,2 διότι το μοναστήρι υπαγόταν στη δική του δικαιοδοσία.

  ΣΗΚΩΣΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΣΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ

Όταν το είπα στο μητροπολίτη, χάρηκε και αμέσως συμφώνησε. Με το έλεος του Κυρίου και με την ευλογία δύο πατριαρχών λοιπόν, είμαι διορισμένος σ’ αυτό εδώ το μοναστήρι».

Την ίδια χρονιά, ο πατριάρχης Εφραίμ Β’ κοιμήθηκε και η Ιερά Σύνοδος τοποθέτησε στη θέση του τον μητροπολίτη Δαβίδ Ε’. Έτσι κατέβασαν τη φωτογραφία του τέως πατριάρχη από την παλιά Θεολογική Σχολή και την αντικατέστησαν με αυτή του νέου.

Ο π. Γαβριήλ τότε την πήρε και την έβαλε στο κελί του. «Ήταν καθολικός πατριάρχης και του πρέπει σεβασμός», σχολίασε. Έκτοτε ο π. Γαβριήλ τελούσε Λειτουργίες στο Σαμτάβρο και εξομολογούσε όσους έμεναν κοντά στην περιοχή. Το 1977 και ο πατριάρχης Δαβίδ απεδήμησε εις Κύριον, και στη θέση του τοποθετήθηκε ο Ηλίας Β’.

Από τότε που ο π. Γαβριήλ διορίστηκε στην Ι. Μ. Σαμτάβρο, έμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής του – αρχικά σε μια μικρή και στενάχωρη ξύλινη καλύβα κι έπειτα στον πύργο Μιριάν,3τον οποίο μέχρι τότε το μοναστήρι τον χρησιμοποιούσε ως αποθήκη.

 

1. Σβετιτσχοβλόμπα: Μεγάλη εορτή στη Γεωργία, κατά την οποία τιμάται ο άρραφος Χιτώνας του Κυρίου και ο Ζωοποιός Στύλος (1/14 Οκτωβρίου).
2. Ο σημερινός Καθολικός Πατριάρχης Γεωργίας Ηλίας Β’.
3. Ο πύργος ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του βασιλιά της Γεωργίας Μιριάν Γ’, ο οποίος καθιέρωσε τον χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του κράτους, το 330 μ. Χ.

Από το βιβλίο της Νάνα Μερκβιλάτζε: ”Ο Άγιος Γαβριήλ ο διά Χριστόν Σαλός και Ομολογητής”(1929 – 1995), ΑΘΗΝΑ 2013.

 

πηγή: iconandlight.wordpress.com

Πηγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *